Μεγαλώσαμε σαν παιδιά με τις χαρές και τις λύπες, μας. Ζήσαμε! |
Σύμφωνα με τις στατιστικές, αυτοί από εμάς που ήμασταν παιδιά τις δεκαετίες του 40, 50, 60 και 70, πιθανόν δεν θα έπρεπε να είχαμε επιζήσει.
Οι κούνιες μας ήταν βαμμένες με γυαλιστερή λαδομπογιά με βάση το μόλυβδο. Τα πατώματα είχαν μωσαϊκό που σου περόνιαζε τα κόκκαλα κι οι κρεβατοκάμαρες ξύλινα πατώματα που τα γυάλιζαν με παρκετίνη, με κάτι βαρειές παρκετέζες και κάθε τόσο αγκίθες καρφωνόντουσαν στις ξυπόλητες πατούσες μας.
Οι παιδικές αρρώστιες έκαναν θραύση. Κάθε τόσο κι ένας φίλος ή συμμαθητής πάθαινε ιλαρά, κοκύτη, μαγουλάδες, ανεμοβλογιά. Δεν είχαμε καπάκια ασφαλείας στα μπουκάλια με τα φάρμακα, ούτε καπάκια στις πρίζες του δωματίου, εκείνες τις σκούρες τις φτιαγμένες από βακελίτη. Ζεσταινόμασταν με σóμπες με ξύλα ή με… κάρβουνο, ή με θερμάστρες πετρελαίου. Που να βρεθεί καλοριφέρ τότε.
Ακόμα ζητάω τη σοκολάτα ΙΟΝ αμυγδάλου του ταλήρου, ή τις πρώτες γκοφρέτες ΜΕΛΟ με τα χαρτάκια με τις φορεσιές και τις σημαίες των χωρών του κόσμου, ακόμα θυμάμαι το Γλυφιτζούρι κοκοράκι, το μαλλί της γριάς στα πρόχειρα λούνα παρκ, το φρεσκοψημένο ποπ κορν , τις καραμέλες γάλακτος τις τυλιγμένες στο χρυσό χαρτί, τις κατακόκκινες καραμέλες τσάρλεστον ,το πεστίλι πέτσα βερίκοκο , το αυθεντικό παστέλι, και το κάτασπρο μαντολάτο. Ακόμα θυμάμαι τη γεύση απ το καλαμπόκι και τα κάστανα και συγκινούμαι όταν βλέπω καστανάδες, λίγους πια και καλαμποκάδες σε κάνα πανηγύρι.
Τα αστικά λεωφορεία Σκανια Βάμπις, Σκόντα, Βόλβο κι αργότερα Βritish Leyland και ΗΙΝΟ, είχαν τη μηχανή μέσα και ήταν συνήθως καλυμμένη με μπλέ δερμάτινα καπιτονέ καλύμματα. Βόγκαγαν κάθε φορά που ο οδηγός άλλαζε ταχύτητα. Καμμιά φορά είχε και μια θέση μπροστά δεξιά δίπλα στη μηχανή που ηταν η καλύτερη για τα παιδικά μας όνειρα. Υπήρχε και εισπράκτορας στριμωγμένος δίπλα στην πίσω πόρτα με το κλασσικό γκρί καπέλο με το γείσο, ένα πρωτόγονο μικρόφωνο κι έλεγε τις στάσεις ή φώναζε τέρμα τα μία και είκοσι. Θυμάστε εκείνες τις κερματοθήκες που έβαζε τα κέρματα και που τώρα τελευταία ξανάγιναν της μόδας;
Ποιος να έχει τότε Ι.Χ Οι λίγοι τυχεροί αγόραζαν VW σκαραβαίους, ή μεταχειρισμένα Consoul Cortina, Hansa, Wartburg, FIAT 1100, Opel Olympia. Θυμάστε τα Anglia, τα Peugeot 403, τα Renault 10 ή το Simca 1000, με τα ανύπαρκτα καλοριφέρ και τα λιγνά λάστιχα.
Οι κολώνες του πάγου που τις έφερνε ο παγοπώλης με την τρίκυκλη μοτοσυκλέτα του και τις κουβάλαγε με εκείνο το περίεργο εργαλείο γάντζο, αργοέλιωναν στο κεφαλόσκαλο. Και η βρύση του ψυγείου είχε στο στόμιο της τυλιγμένο ένα λευκό τουλπάνι σα φίλτρο. Που ηλεκτρικά ψυγεία. Αργότερα θυμάμαι κάτι ΠΙΤΣΟΣ ΙΖΟΛΑ και ΚΕΛΒΙΝΕΙΤΟΡ.
Με πόση χαρά ακολουθούσαμε Κυριακή πρωϊ τον πατέρα στο καφενείο και απολαμβάναμε επί ώρες μια κουταλιά βανίλια, το γνωστο υποβρύχιο μεσα σε ένα ποτήρι παγωμένο νερό, ή τρώγαμε το μεζέ του ούζου και του αφήναμε το ούζο ξεροσφύρι. Κι ύστερα με το ποδήλατο πάνω κάτω στο πεζοδρόμιο κι εκείνος να μας ρίχνει κλεφτές ματιές κάθε που σήκωνε το κεφάλι του απ το τραπέζι με την πρέφα ή το τάβλι. Και το μεσημέρι της Κυριακής μετά το οικογενειακό γεύμα πόση πίκρα όταν έφευγε για το γήπεδο χωρίς εμάς γιατί ήταν μεγάλο παιγνίδι και με πόση λαχτάρα περιμέναμε να ακούσουμε την περιγραφή απ το ραδιόφωνο. Γεωργίου, Φώσκολος, Λογοθέτης κι αργότερα απ την τηλεόραση Διακογιάννης Φουντουκίδης Κατσαρός.
Μοιραζόμασταν με τους φίλους μας μια πορτοκαλάδα ή γκαζόζα απ το ίδιο μπουκάλι και ποτέ κανένας μας δεν έπαθε τίποτε. Δεν πολυαρωσταίναμε , αλλά αν τύχαινε να αρρωστήσουμε πάντα υπήρχε μια καλή μάνα ή γιαγιά να μας δώσει λίγο φιδέ και να μας ρίξει βεντούζες να μας δώσει μια κουταλιά Νορισοντρίν, Ιπεσαντρίν ή ασπιρίνη διαλυμένη στο κουταλάκι μαζί με ζάχαρη, ή να μας κάνει μια ένεση με γυάλινη σύριγγα που τη βράζανε στο κατσαρολάκι, και πιο ύστερα να μας διαβάσει κανένα παραμυθάκι για να αποκοιμηθούμε. Και κάτι θερμόμετρα γυάλινα του πεντάλεπτου και στα πόδια του κρεβατιού να γουργουρίζει η γάτα η παρδαλή και να αναδεύεται και να παίζει με την άκρη της κουβέρτας.
Οταν κάναμε ποδήλατο (eska ή velamos) δεν φορούσαμε κράνος και στην πίσω ρόδα βάζαμε πάντα χαρτόνι από πακέττο τσιγάρα πιασμένο με ξύλινο μανταλάκι έτσι για να κάνει θόρυβο και να μας θυμίζει μηχανάκι.
Είχαμε φίλους. Βγαίναμε στο δρόμο και τους βρίσκαμε. Παίζαμε μπάλα και κυνηγητό στους δρόμους. Τα δοκάρια στα αυτοσχέδια γήπεδα ήταν ή οι σχολικές τσάντες ή τα πουλόβερ κι οι ζακέττες μας κουβαριασμένες και για καλάθια του μπάσκετ είχαμε τα περβάζια των παραθύρων. Πόσες φορές δεν σπάγαμε και κανένα τζάμι και εξαφανιζόμασταν όλοι μαζί αφήνοντας τη μπάλα στα χέρια κάποιου συνταξιούχου που την έσκιζε με το σουγιά και την πέταγε στο δρόμο. Ο παλιόγερος !
Σκάβαμε λακουβάκια για να παίξουμε γκαζές, ακόμα και κουτσό μαζί με τα κορίτσια, χαρτάκια ή απ αυτά που αγοράζαμε απ τα περίπτερα ή με τα χαρτόνια απ τα πακέτα τα τσιγάρα.
Πηγαίναμε στα σπίτια των φίλων μας και χτυπούσαμε την πόρτα, ή το πιο συνηθισμένο μπαίναμε χωρίς να ρωτήσουμε. Πέφταμε από δέντρα, κοβόμασταν, πληγώναμε τα γόνατα μας και σπάγαμε και κανένα χέρι και οι γονείς μας μάς κατσάδιαζαν κι αυτό ήταν. Λίγο βάμμα στην πληγή κι όξω απ την πόρτα. Τσακωνόμασταν και παίζαμε μπουνιές και μαυρίζαμε και μελανιάζαμε και πάλι φιλιώναμε. Παίζαμε ξιφομαχίες με αυτοσχέδια ξύλινα σπαθιά. Τα ακόντια μας ήταν τα κοντάρια απ τις σκούπες ειδικά από εκείνες που τύλιγαν με μια μαξιλαροθήκη και ξαράχνιαζαν τα ταβάνια. Οι ασπίδες μας ήταν τα καπάκια απ τις μεγάλες κατσαρόλες .
Κι όταν η γιαγιά πότιζε τον κήπο τι πλάκα να της πατάς το λάστιχο του ποτίσματος και να της κόβεις το νερό κι εκείνη να φωνάζει. Κι ο πανικός ακόμα μεγαλύτερος όταν πιάναμε το φλίτ με το εντομοκτόνο για να παίξουμε ανίδεοι για το δηλητήριο που περιείχε.
Στους ποδοσφαιρικούς μας αγώνες την ομάδα την έφτιαχναν μερικοί, οι υπόλοιποι μάθαιναν να ζουν χωρίς αρχηγιλίκι. Φεύγαμε απ το σπίτι το πρωί και παίζαμε όλη μέρα ελεύθεροι αρκεί να γυρίζαμε πίσω μόλις άρχιζε να σκοτεινιάζει, ή όταν η μάνα μας έβαζε τις φωνές απ το μπαλκόνι να τσακιστούμε να ανεβούμε για διάβασμα. Δεν είχαμε βιντεοπαιχνίδια ούτε καν τηλεόραση, ούτε κινητά ούτε υπολογιστές ή internet άντε κανένα ραδιόρφωνο με λυχνίες. Το καλύτερο δώρο ήταν ένα μικρό τρανζιστοράκι με εννιάβολτη Bereck για να ακούμε Εθνικό, ή Ενόπλων.
Πηγαίναμε σχολείο και τα Σάββατα. Τρείς μέρες πρωι, τρείς μέρες απόγευμα. Τετάρτη απόγευμα Πέμπτη πρωί και την πρώτη ώρα Μαθηματικά. Πόσες φορές δεν αισθανθήκαμε το χέρι κάποιου καθηγητή να μας σηκώνει απ τη φαβορίτα ή να μας τραβάει τα αυτιά, η να μας ρίχνει μια σβουριχτή σφαλιάρα. Κι η βίτσα, συνήθως από μουριά να μας πληγώνει την παλάμη. Οι πράξεις μας ήταν δικές μας και οι συνέπειες θα βάρυναν εμάς.
Ποιος δε θυμάται τις καζούρες ιδιαίτερα στους Θεολόγους, τις Αγγλικούδες και τους Τεχνικούς. Τα παρατσούκλια που τους βγάζαμε τα παλιόπαιδα. Ο γιαουρτάς, ο καρκίνος ο θέκλας η θρούμπος ο φισφιρίκος. Την αγωνία μόλις έμπαινε ο μαθηματικός κι άνοιγε τον κατάλογο. -Για να σηκωθεί σήμερα ο ………. Και μέχρι να πεί τον μελλοθάνατο, κόμπος το στομάχι.
Θυμάστε στα διαγωνίσματα την απεγνωσμένη προσπάθεια να αντιγράψουμε με το βιβλίο στα γόνατα, ή τα σκονάκια κρυμμένα στα μανίκια, ή τα κορίτσια που τάγραφαν με στυλό BIC ή SCHNEIDER πάνω στα μπούτια τους και τα κάλυπταν με τις μπλέ ποδιές τους. Μπλέ κοριτσίστικες ποδιές, άσπρο γιακαδάκι και άσπρη μπλέ κορδέλλα στα μαλλιά. Ποδιές που εξαφανιζόντουσαν στο λεωφορείο και χωνόντουσαν μες στις τσάντες και ταΆ αγόρια που περίμεναν στο τέρμα του λεωφορείου.
Ποιος δε θυμάται τις ημερήσιες εκδρομές στον Κάλαμο, τον Αη Γιάννη το Ρώσσο, το Ναύπλιο, τον Οσιο Λουκά, τους Δελφούς για να δούμε τον Ηνίοχο τον σκανδαλιάρη που σε κοίταγε πονηρά όπου κι αν στεκόσουνα ,με κάτι απίστευτα πούλμαν.
Κάποιοι μαθητές όχι τόσο έξυπνοι ή επιμελείς έχαναν την τάξη και ξαναπήγαιναν στην ίδια. Θυμηθείτε πόσους διετείς είχατε στην τάξη σας στο γυμνάσιο. Ήταν εύκολα αναγνωρίσιμοι απ τα γένια και τη χοντρή φωνή.
Ο πρώτος μας έρωτας ήταν συνήθως αδελφή ή εξαδέλφη του καλύτερου φίλου μας. Θυμόσαστε το χτυποκάρδι αλήθεια; Την αγωνία μη μας πάρουν χαμπάρι. Το πρώτο φιλί. Τα ξαναμμένα μάγουλα ,το χνούδι πάνω απ το χείλος μας.
Θυμάστε τα πάρτυ γενεθλίων με 15 αγόρια και δύο κορίτσια, (Ποιος να αφήσει την κόρη του να πάει) με πορτοκαλάδα ή ΤΑΜ ΤΑΜ, πατατάκια τσιπς και σπιτικό κέϊκ κι αργότερα βερμουτάκι και ξηρούς καρπούς. Τις άπειρες φορές που χορεύαμε το ίδιο μπλούζ σε συνενόηση με τον υπεύθυνο του πικάπ, έτσι για να μένουμε πιο πολλή ώρα αγκαλιασμένοι με το κορίτσι των ονείρων μας. Την απίστευτη φράση ΤΑ ΦΤΙΑΞΑΜΕ. Τι φτιάξαμε ο Θεός κι η ψυχή μας.
Πηγαίναμε στο γήπεδο τρείς ώρες πριν το μάτς και γυρίζαμε παπί από τη βροχή και παγωμένοι μέχρι το μεδούλι τυλιγμένοι με μουσκεμένες σημαίες και χωμένοι σε πλαστικές σακούλες Κι με τις κάλτσες να τρέχουν.
Τις πλεχτές ζακέτες που βάζαμε κάπου μετά το Πάσχα. Τα πρώτα μακριά παντελόνια.
Τα καλοκαιρινά βράδια τα βγάζαμε ή στα σκαλιά παρέες παρέες, ή παίζοντας κρυφτό και κρυφτοντένεκο, ή στα καλοκαιρινά σινεμά με τα χαλίκια, τις καρέκλες με το πλαστικό σκοινί, τις μπουκαμβίλιες στη μάντρα , τον πασατέμπο και την πορτοκαλάδα ΠΑΡΘΕΝΩΝ. Αξέχαστα χρόνια.
Οι γενιές αυτές έβγαλαν μερικούς απ τους καλύτερους επιστήμονες, γιατρούς, μηχανικούς, ανθρώπους εργατικούς και τίμιους οικογενειάρχες και πολλούς άλλους. Τα τελευταία πενήντα χρόνια έγινε έκρηξη σε καινοτομίες και νέες ιδέες. Είχαμε επιτυχίες, αποτυχίες και υπευθυνότητα και μάθαμε να τα αντιμετωπίζουμε όλα. Μεγαλώσαμε σαν παιδιά με τις χαρές και τις λύπες, μας. Ζήσαμε. Και θα εξακολουθήσουμε να ζούμε όσο μας χρωστάει ο Θεός, σε πείσμα όλων αυτών που μας πλαστικοποίησαν τη ζωή με δικές τους ιδέες και για δικό τους όφελος.
Το διαβάζεις και ξαναγίνεσαι πάλι παιδί, οι αναμνήσεις περνάνε καρέ - καρέ απ' το μυαλό και νοσταλγείς εκείνα τα περασμένα και ωραία χρόνια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνας 50άρης.
κάποια αρνητικά εκείνης της εποχής έστειλαν κάποιους πρόωρα στον άλλον κόσμο.Κάποια θετικά τους κρατάνε ακόαμ όρθιους.Το σίγουρο είναι ότι ολόκληρος ο πλναήτης ήταν πιο υγιής.Τι σημαίνει αυτό σήμερα? έναν επιπλέον λόγο να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά για το ωφέλιμο,το υγιές ,κλπ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕιμαι 21 δεν εζησα σ εκεινη τν εποχη ..διαβαζοντας το κειμενο ενιωσα απιστευτη ζηλια μακαρι να ηταν κ τωρα ετσι..φανταζομαι κ τοτε θα υπηρχε φτωχεια αλλα οι ανθρωποι ηταν αγαπημενοι κ δεμενοι
ΑπάντησηΔιαγραφή...ενω τωρα λαπτοπ κινητα και χαζοκουτια
ΔιαγραφήΔεν υπηρχε μισος,δεν υπηρχε ζήλεια,δεν υπηρχε κακία. Ειμασταν ολοι ιδιοι. Ειμασταν αγνοί και αληθεινοί. Υπήρχε αγαπη.
ΑπάντησηΔιαγραφήας θυμηθούμε τα δικά μας, εδω παλιά χρόνια στην Αριδαία, με τους κινηματογράφους Ολύμπιον και Τυμπανίδη ,με τη κεντρική πλατεία με συντριβάνι πάντα με νερό - πίδακα και δίπλα τα προσεχώς τωβ σινεμα κοκ
ΑπάντησηΔιαγραφήτο Ολυμπιον ηταν του Τυμπανιδη το ΑΙΓΛΗ του Νοχουτιδη.
ΔιαγραφήΤώρα ομως στα πενήντα ειμαι άπιαστο πουλί εχω πείρα στήν αγάπη εχω τέχνη στο φιλί. Ο πενηντάρης ο πενηντάρης ειναι ωραιος σαν εραστής.
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι το ποιο ωραιο λεωφορειο του Παυλαρα του Ιατριδη
ΑπάντησηΔιαγραφήAπό τα ταξί του ΛΕΚΚΑ, ΠΡΟΚΟΠΙΔΗ, ΓΙΑΤΑΓΑΝΑ. Θυμίζω το ζωοπάζαρο, το ποτάμι στο κέντρο,το εστιατόριο του ΚΑΠΕΡΝΙΔΗ, το άγαλμα στη πλατεια[μια αγροτική οικογένεια], τα σαμάρια του ΟΥΡΤΖΑΝΗ, το παντοπωλείο του ΜΕΛΚΟΥ,καροποιεία του ΓΕΣΙΟΥ και χΑΤΖΗΑΝΔΡΕΟΥ, ποδηλατάδικο ΜΠΕΚΙΡΗ, βιβλιοπωλεία ΧΑΤΖΗΜΑΤΘΑΙΟΥ και ΤΟΞΙΔΗ φροντιστήρια ΛΑΓΙΝΟΠΟΥΛΟΥ- ΚΑΝΟΝΙΔΗ κ.α.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαπρινιδη το σωστον.
Διαγραφήτο μαγειριο ΤΑ 5 Φ, και το μαγειριο του Αναστασιου διπλα στο καφενειο του ΛΕΩΝΙΔΑ.
Διαγραφήτα σφαιριστιρια του Ταντζη, το καφε του μπαρμπα Αλεκου στο παταρι με το τζουμποξ, αλλα χρονια.
ΑπάντησηΔιαγραφήωρε καψουρα μ εκεινο το τζουμποξ...ΥΠΑΡΧΩΩΩΩΩ ΚΑΙ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΕΙΣ ΘΑ ΥΠΑΡΧΩ
Διαγραφήο Λουκας με τα κουλουροπα, και οι τυροπιταδες (δεν θυμαμαι ονοματα)
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ ένας τηροπιτάς ήταν ο Τάσος κι άλλος ο "παπατσάς"!!!!
Διαγραφήα ναι ο κυρ τασος, τι νοστιμες τυροπιτες ρε παιδια, οταν αγοραζαμε, οταν, παιρναμε μιση, μια δραχμη, ενω ο δασκαλος ο Νατσκος επαιρνε ολοκληρη.
ΔιαγραφήΠω πω φίλε. Είσαι απίστευτος!!!!! Τι μας θύμησες τώρα. Να 'σαι καλά ένας 40άρης και κάτι
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναστάσιος Καλαϊτζίδης (Παπατσάς)και Γιάννης Οπλασένης οι
ΑπάντησηΔιαγραφήτυροπιτάδες (για τον 9.36) και τα πιο νόστιμα κάστανα που έφερνε στο Α΄ δημοτικό στο διάλλειμα ο Κυρ- Κοσμάς Ιατρίδης
ο πετέρας του Παυλάρα
Διάβασα πρόσφατα το βιβλίο "Melioribus Annis. Η Αθήνα τις χρυσές δεκαετίες '60 και 70' Εκδόσεις Ωκεανίδα, 320 σελίδες με απίθανες αναμνήσεις εκείνης της εποχής.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο συνιστώ ανεπιφύλακτα!
Περιμεναμε ποτε θανε ο παπους Τοξιδης στο μαγαζι για να κλεψουμε το ΜΠΛΕΚ η κανα ΜΙκρο Σεριφη.
ΑπάντησηΔιαγραφήκάθε εποχή έχει τα καλά και τα κακά της.Απλά σήμερα η εποχή και η ζωή έχουν πιο πολλές πνευματικές - εγκεφαλικές -γνωσιακές απαιτήσεις με τότε.Τότε ζούσαμε εμπειρικά , σήμερα με βάση τις υποδείξεις των ειδικών....
ΑπάντησηΔιαγραφήΠέρασα τα 60 και όλα αυτά τα έζησα. Έχω ακόμα τους παιδικούς μου φίλους. Έζησα την πραγματικότητα. Σήμερα οι νέοι ζουν την εικονική πραγματικότητα με τα social media. Νομίζουν ότι έχουν φίλους με τα αιτήματα φιλίας και με τα like στο Facebook
ΑπάντησηΔιαγραφήetsi files..eikonikes filies me fb simera.., eimastan tiheri pou zisame tin dekaetia 80!
Διαγραφή...νομιζουν, καλα τα λες, αποχαυνωση τελειως.κριμα
ΔιαγραφήPios θυmate to kafevio agkira
ΑπάντησηΔιαγραφήγια λεγε, αλλα γραφε ελληνικα ρε φιλε.
Διαγραφήτο καφενείο του Κονάκα το θυμάται κανεις? (σας πηγα αρκετα πισω)
ΑπάντησηΔιαγραφή